Λίγο πριν την καταστροφή του Δράμαλη (21-25/7/1822)

https://galanoleykoblog.wordpress.com/wp-content/uploads/2016/07/b669a-29_n.jpgΕν τω μεταξύ δε τούτω εστάλη εκ νέου πρεσβεία εις Ζάκυνθον επί τη προτάσει του στρατιωτικού της Πελοποννήσου, επικαλουμένη δι’ εγγράφου την προστασίαν των Άγγλων· αλλά δεν ενεκρίθη το έγγραφον όπως ήτο συντεταγμένον, και ο πρεσβευτής Πονηρόπουλος επανήλθεν εις Πελοπόννησον προς καταλληλοτέραν αυτού σύνταξιν.

Μετά δε την εις Αργολίδα εισβολήν του οθωμανικού στρατού και την εις Ναύπλιον είσοδον του Αλή ως φρουράρχου, η περί παραδόσεως συνθήκη ελύθη, και οι ακολουθήσαντες την εισελθούσαν εις Ναύπλιον επί καταγραφή, των πραγμάτων επιτροπήν, ένοπλοι έως τότε, αφωπλίσθησαν. Αλλά τα εντός του φρουρίου ευρεθέντα μέλη της επιτροπής ούτε εκακοποιήθησαν, ούτε εις τον Δράμαλην ζητούντα αυτά παρεδόθησαν, διότι οι εν Ναυπλίω Τούρκοι εφοβούντο μη δώσωσι δικαίαν αφορμήν και αντικακοποιήσωσιν οι Έλληνες τους παρ’ αυτοίς ομηρεύοντας οικείους των· διέμεινε δε και ο θαλασσόπυργος υποχείριος των Ελλήνων. Ο Δράμαλης επροσπάθησεν εν πρώτοις να διαφθείρη την φρουράν του· αφ’ ού δε απέτυχε, διέταξε τους εν Ναυπλίω να τον κανονοβολήσωσι, τοις έστειλε κανονοβολιστάς, και ούτω το πρωί της 21 ήρχισε σφοδρότατος κανονοβολισμός· κατέλαβε δε και το έξωθεν του τείχους χωρίον Αρίαν. Η φρουρά του κανονοβολουμένου οχυρώματος συνίστατο τότε έκ τινων Κρανιδιωτών, αλλ’ εισήλθαν εις ενίσχυσιν και εις ευστοχωτέραν χρήσιν των κανονίων οι φιλέλληνες Χάστιγξ, Χάνης, Ανεμάτος και Γέρβης υπό τον Ιορδάνην, ον διέταξεν η κυβέρνησις να καύση την πόλιν του Ναυπλίου, δι’ ης επηγγέλλετο πυροτεχνίας· αλλ’ ο αρχηγός ούτος έγεινεν άφαντος ελθούσης της ειδήσεως ότι εισέπλεεν ο εχθρικός στόλος, διέμειναν όμως οι άλλοι Έλληνες και φιλέλληνες κανονοβολούντες και κανονοβολούμενοι. Ο πόλεμος δε ούτος, συχνώς και σφοδρώς από της ημέρας εκείνης επαναλαμβανόμενος, δεν έπαυσεν ειμή την 25 επί τη εκτενεί αιτήσει των Ναυπλιέων, οίτινες βλέποντες φθειρομένας τας οικίας των εδικαιολογούντο προς τους Έλληνας, ότι κατά διαταγήν του Δράμαλη και όχι κατ’ ιδίαν θέλησιν ήρχισαν τας εχθροπραξίας. Εν τω διαστήματι όμως τούτω έπαθαν τα τείχη του θαλασσοπύργου, και κατεστάθησαν άχρηστα καί τινα των κανονίων του, αλλ’ ουδείς των υπερασπιστών του εφονεύθη· δύο μόνον Κρανιδιώται επληγώθησαν.
Είδαμεν πόσον ταχεία ήτον η πρόοδος του εχθρικού στρατού. Εν διαστήματι δύο εβδομάδων αφ’ ού επέρασε τον Σπερχειόν έφθασεν εις Αργολίδα· αλλά δύο εβδομάδας ενδιέμεινεν αργός. Τροφάς δεν ηύρε διόλου (*), και όσον πολλαί και αν ήσαν όσας έφερε κατηναλίσκοντο εντός ολίγων ημερών υπό του πλήθους· αλλ’ εις εξαφάνισιν αυτών συνέτρεξε και η πολλή κατάχρησις. Το κρέας επωλείτο 30 παράδας η οκά εν Άργει τας πρώτας ημέρας της εισβολής, αλλά μετά δεκαπενθήμερον κρέας σχεδόν δεν ευρίσκετο. Εδόθησαν δε και ικαναί τροφαί εις χρήσιν των εν Ναυπλίω, και το στρατόπεδον ήρχισε να πεινά και δεν ηύρισκεν επί της αργολικής πεδιάδος εις τροφήν του ειμή άωρα σταφύλια πρόξενα πυρετών, πολλάκις δε και θανάτων, διότι οι Έλληνες ενέδρευαν εντός των αμπέλων και εφόνευαν καθ’ ημέραν πολλούς. Ουδέ νερόν δε είχαν εν αφθονία, διότι δεν έβρεξε το θέρος εκείνο διόλου, και τα πλείστα πηγάδια του Άργους εστέρφευσαν. Δι’ όλα ταύτα ο Δράμαλης εσκέπτετο σπουδαίως να μεταβή εις άλλην επαρχίαν και εθεώρει μάλλον κατορθωτήν και ωφέλιμον την εις Κόρινθον επάνοδόν του. Υπήρχε δε και αντιπολίτευσις εν τω στρατοπέδω του, κρυφίως υποθαλπομένη υπό του Χουρσήδη, φθονούντος την δοθείσαν αυτώ κατ’ ευθείαν υπό της Πύλης αρχιστρατηγίαν και την από της επιτυχίας της εκστρατείας του τιμήν και δόξαν. Η αντιπολίτευσις δε αύτη, καθώς συμβαίνει εν ταις αποτυχίαις, εκορυφώθη αφ’ ού δεν ευδοκίμησεν η εκστρατεία, και διήγειρε πολλήν κατακραυγήν κατά του αρχιστρατήγου. Τον εκάκιζαν δε οι εναντίοι του ότι ο στρατός έπαθε, διότι δεν ηθέλησε να δεχθή την γνώμην των προβαλόντων εν Κορίνθω να μη βαδίση όλος την αυτήν οδόν· πολλοί των υπ’ αυτόν ηπείθουν αναφανδόν εις τας διαταγάς του· τινές δε και αλληλομάχουν παρρησία, ώστε το Άργος κατήντησε θέατρον καθημερινών και δεινών αταξιών. Τοιαύτη ήτο ταις ημέραις εκείναις η κατάστασις του εχθρικού στρατοπέδου.
Ο δε Κολοκοτρώνης, μη δυνάμενος να βλάψη τους εχθρούς πολεμών, εσοφίζετο πώς να τους φοβίση· παρετήρησεν ότι έχασαν το θάρρος και υπώπτευσε την φυγήν των· επειδή δε ήθελε να τους αποτρέψη του να προχωρήσωσιν εις Τριπολιτσάν, διέσπειρε την νύκτα της 23 πολλούς στρατιώτας επί των προς την πόλιν εκείνην ορέων και τους διέταξε ν’ ανάψη έκαστος και να διατηρήση, δι’ όλης της νυκτός τρία πολυλαμπή πυρά. Έγεινε το διαταχθέν και επανελήφθη και την εξής νύκτα, ώστε οι Τούρκοι υπέλαβαν ότι συνέρρευσαν προς εκείνο το μέρος πλήθη Ελλήνων, εφοβήθησαν και δεν εξήλθαν του Άργους, ως συνείθιζαν. Ο δε Κολοκοτρώνης, άγρυπνος πάντοτε και προσεκτικός, εσυμπέρανεν εντεύθεν έτι μάλλον, ότι εμελέτων ταχέως να φύγωσι, και είπε τοις συναδέλφοις του ότι εθεώρει αναγκαίον οι πολλοί να διατηρήσωσι τας θέσεις του Κεφαλαρίου και των Μύλων, εις εμπόδιον των εχθρών, αν εδοκίμαζαν ν’ αναβώσιν εκείθεν εις Τριπολιτσάν, και ότι ολίγοι ήσαν ικανοί να κλείσωσι τας μεταξύ Άργους και Κορίνθου στενοτοπίας εις πρόσκομμα της εις Κόρινθον επανόδου των· ήσαν δε κατ’ εκείνας τας ημέρας ως οκτακισχίλιοι οπλοφόροι Έλληνες εν τη Αργολίδι. Κατά την γνώμην ταύτην οι πλείστοι έμειναν όπου ήσαν υπό τον Πετρόμπεην, τον Γιατράκον και τον Κρεββατάν· ο δε Κολοκοτρώνης επανήλθε μετ’ ολίγων εις τον άγιον Γεώργιον. Εν τω μεταξύ δε τούτω κατέβη εις Μύλους ο γραμματεύς του Δράμαλη, προβάλλων τοις εκεί άφεσιν αμαρτιών, αν επροσκύνουν. Απορριφθείσης δε της προτάσεώς του, τοις είπεν, ως υπό εμπιστοσύνην και ως Χριστιανός, να δυναμώσωσι τας θέσεις εκείνας, διότι οι πασάδες είχαν απόφασιν, αν απερρίπτετο η πρότασίς των, να εφορμήσωσι πανστρατιά και ν’ ανοίγωσι την άγουσαν εις Τριπολιτσάν οδόν. Αλλ’ η μυστηγορία του Χριστιανού γραμματέως, ον εκράτησαν οι Έλληνες ίνα μη ανακαλύψη τοις εχθροίς ό,τι είδεν, ήτο δολία ως εδείχθη μετά ταύτα σκοπόν έχουσα να θεωρήσωσιν αναγκαίαν οι Έλληνες την μεταγωγήν των στρατευμάτων εις Μύλους από της προς την Κόρινθον οδού, και ούτω ν’ αφεθή ανοικτή ην εσκόπευαν οι εχθροί να οδεύσωσι.

(*) Επειδή η άγουσα προς την Επίδαυρον ήτον αφύλακτος, ώδευσαν οι εχθροί ακινδύνως προς εκείνα τα μέρη εις προνομήν· επροχώρησαν δε και εις το Λιγουριόν και το έκαυσαν· έκαυσαν καί τινα μοναστήρια· αλλ’ ουδαμού εύρισκον τροφάς, ώστε έβλαπταν, αλλά δεν ωφελούντο.

ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΤΡΙΚΟΥΠΗΣ

This entry was posted in 1821, ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ 1821, ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ. Bookmark the permalink.

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.